Αξιοθεατα
Άγιος Νικόλαος, ο Πολιούχος των Καλαρρυτών
Ο ενοριακός ναός του Αγίου Νικολάου, πολιούχου των Καλαρρυτών, βρίσκεται στο ΝΑ τμήμα του οικισμού και αποτελεί χαρακτηριστικό τοπόσημο της ιστορικής κοινότητας. Σύμφωνα με αντιγραφή της κτητορικής επιγραφής χτίστηκε τον 15ο αιώνα, ίσως το 1480, αλλά με την πάροδο του χρόνου, κυρίως λόγω καταστροφών, έχει υποστεί αναστηλώσεις, επεμβάσεις και προσθήκες διεύρυνσης.
Ο ναός συνιστά το κύριο και κεντρικό κτίσμα μιας ευρύτερης ενότητας που περιλαμβάνει και άλλα κτίσματα, όπως το καμπαναριό στη ΝΔ γωνία του και άλλους δύο ναΐσκους στο δεξιό και αριστερό κλίτος. Μορφολογικά ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης, τρισυπόστατης, Βασιλικής, με τρούλο. Το χτίσιμο είναι επιμελημένο και ο τρούλος προεξέχει αισθητά του κυρίως ναού. Τα δύο πλαϊνά κλίτη είναι αφιερωμένα, το μεν δεξιό στον Άγιο Χαράλαμπο και το αριστερό στους Αγίους Πάντες. Οι προσθήκες αυτές προς επέκταση του αρχικού κεντρικού ναού του Αγίου Νικολάου είναι μεταγενέστερες και τοποθετούνται στη δεκαετία του 1880. Επίσης την ίδια περίοδο πρέπει να προστέθηκε στο συγκρότημα το χαγιάτι που στηρίζεται σε κολώνες και καμάρες στη δυτική πλευρά, ορίζοντας και τον κύριο τρόπο εισόδου στο ναό.
Στο εσωτερικό του ναού άλλες δυο επιγραφές μαρτυρούν για την ανακαίνιση και ιστόρησή του, πιθανώς κατά το διάστημα 1736-1767. Η εκκλησία, που καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά κατά την επανάσταση των Καλαρρυτών το 1821, αποκαταστάθηκε πλήρως περίπου το 1845 όπως μαρτυρεί επιγραφή στο (νεο-κατασκευασθέν) τέμπλο.
Εξαιρετικά ενδιαφέροντα είναι και τα αγιογραφικά στοιχεία του ναού, ο οποίος μάλιστα είναι κατάγραφος. Ο διάκοσμος απλώνεται σε όλες τις εσωτερικές επιφάνειες του κτίσματος σε μια έκταση 600 τ.μ.
Οι πληροφορίες για το χρόνο φιλοτέχνησης των αγιογραφιών είναι ελάχιστες και στηρίζονται στις επιγραφές της δυτικής πλευράς. Σύμφωνα με αυτές η αγιογράφηση θα πρέπει να έλαβε χώρα αμέσως μετά την νέο-ανέγερση του ναού στα μέσα του 18ου αι. Επίσης δυστυχώς δεν γνωρίζουμε το όνομα του/των αγιογράφου/ων. Εάν λάβουμε υπόψη την τεχνοτροπική ανάλυση των αγιογραφιών μπορούμε να αναγνωρίσουμε δυο διαφορετικούς ζωγραφικούς χαρακτήρες που σημαίνει ότι ίσως δούλεψαν για την αγιογράφηση δύο διαφορετικοί τεχνίτες ή συνεργεία.
Η ανάπτυξη του διακόσμου ξεκινά από τον τρούλο με κύριο θέμα τον Παντοκράτορα. Στον τρούλο επίσης, εκτός των άλλων, απεικονίζονται 18 ολόσωμες μορφές προφητών.
Στον κεντρικό θόλο του Ιερού εικονίζονται «Η Αγία Τριάδα», η «Πλατυτέρα των Ουρανών», οι Ιεράρχες κ.ά. Σε όλο τον υπόλοιπο χώρο απεικονίζονται μορφές αγίων και μαρτύρων, προφητών, σκηνές από την Παλιά Διαθήκη, μαρτύρια και πράξεις από το βίο αγίων, παραστάσεις από τον χριστολογικό κύκλο.
Στον Νάρθηκα, που επίσης είναι κατάγραφος και στον γυναικωνίτη, παρά τις εκτεταμένες φθορές , αναγνωρίζονται τα βασικότερα αγιογραφικά στοιχεία που είναι σκηνές από παραβολές.
Εξαιρετικής αισθητικής και διατήρησης είναι και οι φορητές μεγάλου μεγέθους εικόνες που κοσμούν το τέμπλο.
Κόσμημα για το Ναό και πραγματικό έργο τέχνης αποτελεί ο κεντρικός κρυστάλλινοςπολυέλαιος. Συνοδεύεται από δύο μικρότερου μεγέθους. Κατασκευάστηκε στην Τεργέστη τον 19ο αιώνα.
Το τέμπλο, ο άμβωνας, το δεσποτικό και η Αγία Τράπεζα είναι ξυλόγλυπτα, περίτεχνα δουλεμένα και αποδίδονται σε μετσοβίτες εξαιρετικά επιδέξιους τεχνίτες. Από επιγραφή στο τέμπλο πληροφορούμαστε το χρόνο κατασκευής (1845) καθώς και τον δωρητή (Μπριάκος).Τα διακοσμητικά θέματα που κυριαρχούν είναι παραλλαγές συνδυασμών από φυτά και ζώα (π.χ. άμπελος με πτηνά), όπως και μυθικά όντα (δράκοι) .
Στον εξωτερικό χώρο ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κωδωνοστάσιο του Αγ. Νικολάου, που είναι κατασκευή του 1892 σύμφωνα με τη χαραγμένη επιγραφή σε δόμο του τρίτου ορόφου. Ορθώνεται στο ΝΔ μέρος του κτίσματος και εντυπωσιάζει με το ύψος της κατασκευής του (ισόγειο και τρείς «όροφοι»). Στις τρείς πλευρές του φέρει ισάριθμες πλάκες ρολογιών (δωρεά Φασούλα).
Το εσωτερικό του αριστερού κλίτους (Ναός Αγίων Πάντων) έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, ώστε να αποτελέσει ένα είδος μουσείου του ναού. Φιλοξενεί εκκλησιαστικά κειμήλια, όπως άμφια, βιβλία, ιερά-λειτουργικά σκεύη, όλα πολύτιμα τεκμήρια της πολύχρονης και σημαντικής παρουσίας του Ιερού Ναού Αγ. Νικολάου στη ζωή των Καλαρρυτών.
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΗΠΙΝΑΣ ΚΑΛΑΡΡΥΤΩΝ
Η Ιερά Μονή Κηπίνας βρίσκεται κοντά στον οικισμό των Καλαρρυτών. Πρόκειται για μοναδικό και εξαιρετικό μοναστήρι δεδομένου ότι είναι χτισμένο στην αρχή ενός σπηλαίου και στο μέσο ορθοπλαγιάς στη βορειοανατολική πλευρά του άγριου και σπάνιας ομορφιάς φαραγγιού του Καλαρρύτικου ποταμού. Προκαλεί θαυμασμό η θεμελίωση και το χτίσιμο του μοναστηριού σε τόσο μεγάλο ύψος από το έδαφος, που κρέμεται κυριολεκτικά πάνω από τον γκρεμό.
Ως έτος κτίσης του μοναστηριού φέρεται το έτος 1212 μ.Χ. Ο Σεραφείμ Ξενόπουλος ή Βυζάντιος, Μητροπολίτης Άρτας, γράφει ότι το μοναστήρι οικοδομήθηκε το 1212 από τον Επίσκοπο Γρηγόριο, όταν δημιουργήθηκε το Δεσποτάτο της Ηπείρου. Η παράδοση λέει ότι οι μοναχοί της Ιεράς Μονής Βύλιζας, που βρίσκεται απέναντι, έβλεπαν στο συγκεκριμένο σημείο καντήλι να καίει και αποφάσισαν να χτίσουν εκεί νέο μοναστήρι. Κατά μια άλλη εκδοχή, στη διαδικασία επιλογής ηγούμενου για την Ιερά Μονή Βύλιζας ένας από τους υποψηφίους διαφώνησε γιατί θεώρησε ότι αδικήθηκε, αποχώρισε με μερικούς καλόγερους και ψάχνοντας τη γύρω περιοχή έφθασαν στο συγκεκριμένο σημείο όπου άρχισαν να χτίζουν νέο μοναστήρι.
Το όνομα της μονής όπως και της περιοχής οφείλεται, κατά πάσα πιθανότητα, στους κήπους που καλλιεργούσαν κοντά στη μονή οι μοναχοί. Η πρόσβαση σ΄αυτήν γίνεται μέσω ασφαλτοστρωμένου δρόμου που φθάνει ως τη βάση του βράχου και από εκεί ένα μονοπάτι σκαλισμένο στο βράχο και μια ξύλινη γέφυρα, οδηγούν στο μοναστήρι.
Η Μονή υπάγεται από το 1913 στην πνευματική δικαιοδοσία της Ιεράς Μητρόπολης Ιωαννίνων και είναι μετόχι της Ιεράς Μονής Γενεσίου της Θεοτόκου Τσούκας. Είναι αφιερωμένη στην «Κοίμηση της Θεοτόκου», πανηγυρίζει όμως της Ζωοδόχου Πηγής.
Η είσοδος στο καθολικό της μονής, μια μικρή μονόκλιτη βασιλική με τρούλο, γίνεται στα δεξιά του σπηλαίου και σε χώρο που λαξεύτηκε κατάλληλα για να υποδεχτεί το νάρθηκα, το μικρό κεντρικό κλίτος και το Ιερό.
Στο εσωτερικό του ναού διατηρούνται τοιχογραφίες που χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα (ίσως νωρίτερα, τέλη 17ου αι.). Επίσης, διατηρείται ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο. Το όλο μοναστηριακό συγκρότημα, μικρό βέβαια σε μέγεθος, συμπληρώνεται από το χώρο υποδοχής, φιλοξενίας και τα κελιά των μοναχών. Η μονή γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη το 18ο αιώνα, όταν φιλοτεχνήθηκε το τέμπλο και αγιογραφήθηκε το καθολικό. Απόδειξη της ακμής της μονής κα
τά την περίοδο αυτή είναι η χρηματοδότηση της κατασκευής της γέφυρας στο γειτονικό ποταμό Καλαρρύτικο από τα έσοδα της μονής (1760, ηγούμενος Καλλίνικος). Σταδιακά, από τις αρχές του 19ου αιώνα, η μονή εισήλθε σε φάση παρακμής, όπως μαρτυρεί ο άγγλος περιηγητής Leake, ο οποίος την επισκέφθηκε το 1809.
Από τον πρόναο γίνεται η είσοδος στο σπήλαιο. Για είκοσι περίπου μέτρα προχωρεί κανείς σκύβοντας. Το όλο σπήλαιο έχει μήκος 300 μέτρα και είναι προσιτό με μικρές δυσκολίες. Δεν έχει ερευνηθεί πλήρως και δεν είναι (τουριστικά) επισκέψιμο.
Η Μονή Κηπίνας Καλαρρυτών, λόγω της ιδιαιτερότητας της κατασκευής και της μοναδικότητας και επιβλητικότητας του ευρύτερου περιβάλλοντος στο οποίο ανήκει, αποτελεί έναν από τους πλέον προσφιλείς τόπους επίσκεψης στην ευρύτερη περιοχή των Τζουμέρκων.
Α.Ν.Κ.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου